Ιστολόγιο

Η Επιστήμη της Βιοθυμικής (Affectology). Ιωάννης Δόβελος, Psy.D., DCH, SQHP

Author

Date

Share Now

Στην κουλτούρα μας, όπως έχει διαμορφωθεί τις τελευταίες δεκαετίες, όλοι ψάχνουμε καταναγκαστικά και αδιάκοπα να βρούμε ποιος «φταίει» για τα προβλήματά μας, τις αποτυχίες μας, τις ατυχίες μας, τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουμε και όλα τα άλλα δεινά που μας μαστίζουν σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο.
Η ανάγκη να αποδεικνύουμε διαρκώς στον εαυτό μας ότι δεν είμαστε υπεύθυνοι για τίποτε που αφορά τη ζωή μας, καθώς για όλα φταίει πάντα κάποιος άλλος ή κάτι άλλο που βρίσκεται έξω από τον εαυτό μας, συνοδεύεται αναγκαστικά κι από μια άλλη ανάγκη, την ανάγκη για «σωτήρες». Καθώς έχουμε αποδείξει στον εαυτό μας ότι είμαστε ανεύθυνοι για ότι μας συμβαίνει, ότι είμαστε δηλαδή αδύναμοι, έρμαια σε «κακές», έξω και πάνω από μας δυνάμεις, χρειαζόμαστε και «καλές», έξω και πάνω από μας δυνάμεις για να μας «σώσουν» από τις κακές δυνάμεις.

Όπως λοιπόν ψάχνουμε διαρκώς για φταίχτες, ψάχνουμε και για «σωτήρες», ψάχνουμε για οτιδήποτε άλλο, πιστεύουμε ότι υπάρχει μια δύναμη κάπου έξω που θα μας σώσει από τις δυνάμεις του κακού.
Το υποσυνείδητο αυτό παιχνίδι γίνεται εξαιρετικά επικίνδυνο στη σύγχρονη κοινωνία, ιδιαίτερα στον τομέα της υγείας, σωματικής και ψυχικής. Έχουμε πιστέψει ότι είμαστε σαν άτομα αδύναμοι και τρωτοί, εύκολα θύματα των κακών δαιμόνων που καραδοκούν σε κάθε γωνία. Για να έχουμε κάποιες πιθανότητες να αποφύγουμε τις απειλές που μας ζώνουν πρέπει να τις ξορκίζουμε συνεχώς με ατέλειωτους περιορισμούς, έστω κι αν αισθανόμαστε υγιέστατοι. Να μην καπνίζουμε, να μην τρώμε «κακές» τροφές, να μην κάνουμε «κακό» σεξ, να αποφεύγουμε το στρες κτλ., κτλ. Ο κατάλογος των «μη» μεγαλώνει κάθε χρόνο και φαίνεται ότι θα συνεχίσει να μεγαλώνει μέχρι που σε λίγο για να εξορκίζουμε όλες αυτές τις ασθένειες θα απαιτείται η πλήρης προβατοποίησή μας.
Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα, οι περισσότεροι από μας γνωρίζουμε ότι κάποιοι άνθρωποι που ήταν πραγματικά προβατάκια σ’ όλη τους τη ζωή, τρώγανε και έπιναν χορταράκι και νεράκι του Θεού μόνο και έχοντας ευρύτητα ή βάθος σκέψης στο ίδιο επίπεδο. Κι όμως παρατηρούμε ότι κι αυτοί αρρωσταίνουν με τις ίδιες ασθένειες. Γνωρίζουμε επίσης και ανθρώπους που γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια όλα τα «μη» και ζουν μέχρι τα βαθιά τους γεράματα χωρίς να αρρωστήσουν ποτέ. Το αποτέλεσμα, σύγχυση, αβεβαιότητα, πανικός. Πρέπει κάτι άλλο να φταίει. Κάτι που δεν το έχουμε ανακαλύψει ακόμη.

Τις τελευταίες δεκαετίες τα ευρήματα των ερευνών της συγκινησιακής νευροεπιστήμης είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά και συναρπαστικά, αλλά μας έχουν βάλει σε μια κάπως δύσκολη θέση. Ενώ έχει τεκμηριωθεί η ύπαρξη του «σιωπηλού εαυτού» και έχει ήδη περιγραφεί η φύση του και η λειτουργία του ως «υποκινητή» αυτού που είμαστε σαν άνθρωποι και πολλοί επαγγελματίες της ψυχικής υγείας έχουν αποδεχτεί πλήρως τα ευρήματα και τις θέσεις της συγκινησιακής νευροεπιστήμης, συνεχίζουν όμως να πιστεύουν, να ακολουθούν το παλιό αξίωμα της παραδοσιακής ψυχοθεραπείας, ότι το ασυνείδητο υλικό πρέπει να αναδομηθεί λεκτικά έτσι ώστε να έχει νόημα και να μπορεί να γίνει η επανεπεξεργασία του σε γνωστικό επίπεδο.
Καθώς όμως σύμφωνα με τα ευρήματα της νευροεπιστήμης, αυτό το υλικό είναι θαμμένο στο ασυνείδητο βαθύτερα από ότι πιστεύαμε μέχρι τώρα, θεωρούν ότι χρειάζεται περισσότερος χρόνος για να αναδυθεί στο συνειδητό ώστε να γίνει η γνωστική επεξεργασία του. Αυτές είναι οι απόψεις που διατυπώνονται στις εργασίες του Richard Davidson (Εργαστήριο Συγκινησιακής Νευροεπιστήμης, Πανεπιστήμιο Wisconsin-Madison) καθώς και στις εργασίες πολλών άλλων ερευνητών του κλάδου.
Υπάρχει γενικά μια τάση από πολλούς επαγγελματίες να προσπαθούν να προσαρμόσουν τα σημαντικά ευρήματα της συγκινησιακής νευροεπιστήμης μέσα στα πλαίσια της παραδοσιακής ψυχοθεραπείας. Προσπαθούν δηλαδή να φέρουν στη συνειδητή επιφάνεια, να εξηγήσουν, να κατανοήσουν, να λεκτικοποιήσουν και να «αποκαταστήσουν» σε γνωστικό επίπεδο, εξωλεκτικές συγκινησιακές κωδικοποιήσεις. Φαίνεται ότι η αφοσίωση στην παράδοση δεν τους επιτρέπει να δουν το προφανές, ότι δηλαδή αυτό είναι φυσιολογικά και τεχνικά αδύνατον να γίνει.

Affectοlogy ή Affect Logic

Affectοlogy ή Affect Logic είναι η σύγχρονη επιστήμη της κατανόησης εκείνου του δυναμικού που προσδιορίζει στην πραγματικότητα όλα τα αναγνωρίσιμα συναισθήματα και τις συγκινήσεις. Ο αγγλικός όρος Affectοlogy έχει αποδοθεί στην ελληνική γλώσσα με τον όρο «Βιοθυμική Επιστήμη». Η θεωρητική Βιοθυμική ασχολείται με την επιστημονική μελέτη των θεμελιωδών συγκινησιακών λειτουργιών του ανθρώπου και των τρόπων με τους οποίους επηρεάζουν όλες τις άλλες ανθρώπινες λειτουργίες.
Ο πρώτος επιστήμων ο οποίος χρησιμοποίησε στη δεκαετία του 1980 τον όρο Affectology (ή Affect-Logic), για να περιγράψει την εφαρμογή των ευρημάτων της νευροεπιστήμης στην ανάπτυξη θεραπευτικών πρωτοκόλλων, ήταν ο ελβετός ψυχίατρος Luc Ciompi καθηγητής κοινωνικής ψυχιατρικής του πανεπιστημίου της Λωζάνης, πρώην διευθυντής της πανεπιστημιακής ψυχιατρικής κλινικής της Βέρνης και πρόεδρος της Ελβετικής Εταιρείας Κοινωνικής Ψυχιατρικής.

Στις κλινικές του έρευνες ο Ciompi ασχολήθηκε κυρίως με τις ψυχώσεις και πιο συγκεκριμένα με τη σχιζοφρένεια, την οποία θεωρεί ότι στη βάση της είναι μια βαριάς μορφής συγκινησιακή διαταραχή, ακριβώς όπως η κατάθλιψη, η διπολική διαταραχή και η μανία.
Με βάση τις τεκμηριωμένες έρευνες της συγκινησιακής νευροεπιστήμης, Ο Ciompi και οι συνεργάτες του διεξήγαν εκτενείς κλινικές και εργαστηριακές έρευνες, αποτέλεσμα των οποίων ήταν η διατύπωση το 1982 της θεωρίας της Affect-logic ή Affectology.
Με βάση αυτό το θεωρητικό σχήμα, ο Ciompi και οι συνεργάτες του ανέπτυξαν μια από τις αποτελεσματικότερες εναλλακτικές θεραπείες για τη σχιζοφρένεια. Τα προγράμματα θεραπείας του Ciompi ονομάζονται «Soteria» και αναπτύχθηκαν αρχικά στο πανεπιστημιακό ψυχιατρικό νοσοκομείο της Βέρνης όπου και λειτουργούν ακόμη. Προγράμματα Soteria υπάρχουν σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες καθώς επίσης και στις ΗΠΑ, κυρίως σε ένα μεγάλο κέντρο θεραπείας στην Αλάσκα. Τα αποτελέσματα κλινικής έρευνας διάρκειας δύο ετών πάνω στην αποτελεσματικότητα της θεραπείας του Ciompi στη σχιζοφρένεια – με ελάχιστη ή καθόλου χορήγηση αντιψυχωτικών φαρμάκων – έδειξαν ότι οι θετικές αλλαγές σε όλους τους τομείς της λειτουργικότητας των ασθενών υπερείχαν κατά πολύ της φαρμακοθεραπείας.
Επίσης, από το 1994 σε συνεργασία με τον Ciompi διεξάγονται σημαντικές μακροπρόθεσμες έρευνες στη βιοθυμική (Affectology) από τον γνωστό επιστήμονα Martin Baatz και τους συνεργάτες του στο Konrad Lorenz Institute στην Αυστρία. Ο Ciompi έχει διακριθεί διεθνώς για τις έρευνές του και το θεραπευτικό του έργο. Μεταξύ των πολλών διακρίσεων και βραβείων που έχει λάβει, περιλαμβάνεται και το Stanley Dean Award της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Ακαδημίας.
Ο Ciompi ορίζει τις συγκινήσεις ως σφαιρικές ψυχοσωματικές καταστάσεις κυμαινόμενης διάρκειας και βαθμού συνειδητότητας, συνοδευόμενες από αντίστοιχες ψυχοκινητικές και εκφραστικές συμπεριφορές. Ο Ciompi θεωρεί ότι ακόμη και η αδιαφορία, η απάθεια και η «ουδέτερη» συναισθηματική διάθεση, αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες συγκινησιακές κωδικοποιήσεις.
Σύμφωνα με τον Ciompi, είναι αδύνατον κάποιος οποιαδήποτε στιγμή να μην βρίσκεται σε μια συγκεκριμένη συγκινησιακή κατάσταση. Το γνωστικό ή συνειδητό μέρος της εμπειρίας ο Ciompi το ορίζει ως την αντίληψη, επεξεργασία και ερμηνεία αυτής της συγκινησιακής κατάστασης.
Ο Ciompi συμφωνεί με τους νευροεπιστήμονες και τους άλλους ερευνητές της Βιοθυμικής επιστήμης, ότι το «κλειδί» είναι η ανακάλυψη των νευρωνικών οδών οι οποίες μεταφέρουν σήματα κατευθείαν από το θάλαμο στις αμυγδαλές, επιτρέποντας έτσι άμεσες συγκινησιακές αποκρίσεις και αντιδράσεις πριν την οποιαδήποτε γνωστική επεξεργασία τους.

Αυτές οι ανακαλύψεις στηρίζουν και τη θεωρία που πρώτος ανέπτυξε ο Ciompi, ότι όλες οι γνωστικές δομές περιέχουν συγκινησιακές αποτυπώσεις (emotional imprints). Αποτύπωση στην ψυχολογία είναι μορφή μάθησης συγκεκριμένη σ’ ένα βιολογικό είδος, που παρουσιάζεται μέσα σε περιορισμένα χρονικά πλαίσια, δηλαδή στην αρχή της εξέλιξης του οργανισμού. Και το στάδιο αυτό διαρκεί σύμφωνα με τους νευροεπιστήμονες από την 22η εβδομάδα της κύησης μέχρι την ηλικία των 10 με 20 μηνών. Αυτή είναι μια περίοδος των 28 ή και περισσότερων μηνών κατά την οποία επεξεργαζόμαστε εμπειρίες δίχως λέξεις, δηλαδή δίχως τα πλεονεκτήματα των γνωστικών, αφηγηματικών μας συστημάτων και τα αποτελέσματα της οποίας είναι αμετάβλητα.

Ο Ciompi έχει διατυπώσει τα παρακάτω βασικά αξιώματα:

– Διαφορετικές συγκινησιακές καταστάσεις αντιστοιχούν σε διαφορετικές λειτουργικές καταστάσεις του εγκεφάλου, οι οποίες χαρακτηρίζονται από διαφορετικούς τρόπους επεξεργασίας πληροφορίών.
– Συγκινήσεις και οι αντίστοιχές τους νευροφυσιολογικές λειτουργίες και μηχανισμοί εμπλέκονται στην αποθήκευση γνωστικών πληροφοριών.
– Συγκεκριμένο γνωστικό περιεχόμενο κινητοποιείται σε συγκεκριμένες συγκινησιακές καταστάσεις.
– Συγκινήσεις και οι αντίστοιχες τους νευροφυσιολογικές λειτουργίες και μηχανισμοί, έχουν τη δυνατότητα να ενοποιούν εκτεταμένα νευρωνικά συστήματα σε ενιαίες λειτουργικές οντότητες, οι οποίες ρυθμίζουν συναισθήματικές αντιδράσεις, σκέψεις και συμπεριφορά σαν απόκριση σε συγκεκριμένα ερεθίσματα ή κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες.
– Αυτά τα «προγράμματα» λειτουργούν σαν ένα πλαίσιο (matrix) με βάση το οποίο καθορίζεται η επεξεργασία όλων των μετέπειτα πληροφοριών που λαμβάνει το άτομο, καθώς και των τρόπων με τους οποίους προσαρμόζεται και αντιμετωπίζει τις διάφορες συνθήκες της καθημερινής του ζωής.

Η παραδοσιακή ιατρική της Ανατολής πιστεύει εδώ και πάνω από τέσσερις χιλιάδες χρόνια, ότι το σώμα, τα όργανά του, ο εγκέφαλος, ο νους και όλες του οι πτυχές, τα συναισθήματα, η ψυχή και το πνεύμα, είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους και εξαρτώνται το ένα από το άλλο όσον αφορά θέματα όπως η επιβίωση, η αλληλοϋποστήριξη, η ομοιόσταση και η ψυχοσωματική ισορροπία. Αυτή η πεποίθηση περιλαμβάνει και τη συνειδητοποίηση, ότι στην ολότητά του το πλέγμα που αποκαλούμε ανθρώπινη ύπαρξη είναι μια ενιαία πολυδιάστατη οντότητα.
Σαν θεραπευτές της Βιοθυμικής γνωρίζουμε ότι οι πρώτες μας εμπειρίες συγκινησιακής μάθησης επηρεάζουν όλη τη μετέπειτα μάθηση. Ότι αυτό που είμαστε σήμερα, μέσω μάθησης εξαρτημένης και μη, φέρει έντονα τα ίχνη του μη λεκτικού συγκινησιακού εαυτού μας. Αν αυτό ισχύει, δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να αρχίσουμε να αμφισβητούμε τη γνησιότητα και αυθεντικότητα της μνήμης και της αυτο-αντίληψης ή τις θεραπείες που στηρίζονται στην αυτο-αξιολόγηση και τις περιγραφές του ανθρώπου για να διαγνώσουν προβλήματα με βάση γεγονότα του παρελθόντος, ή ακόμη και εμπειρίες του παρόντος οι οποίες επηρεάζονται άμεσα από υποσυνείδητες διαδικασίες.

Αν και οι θέσεις μας φαίνονται σαν να ακυρώνουν την αξία οποιασδήποτε λεκτικοποίησης, δεν ισχυριζόμαστε με κανένα τρόπο ότι η δική μας προσέγγιση στη θεραπεία είναι η μόνη αποτελεσματική. Το θέμα που μας απασχολεί είναι τα άτομα που μετά από μια ολοκληρωμένη θεραπεία νιώθουν κάποια ανακούφιση, κάνουν κάποια πρόοδο, αλλά συνεχίζουν να μην αισθάνονται «εντάξει» μέσα τους, ή σε ορισμένες περιπτώσεις (όχι λίγες) πελάτες που επιτυγχάνουν λίγα ή και καθόλου αποτελέσματα ή αποτελέσματα που διαρκούν για λίγο καιρό και μετά χρειάζονται κι άλλη θεραπεία.
Πιστεύουμε ότι αυτό συμβαίνει λόγω της μη αναγνώρισης της επίδρασης που ασκεί ο μη λεκτικός συγκινησιακός εαυτός σ’ αυτό που είμαστε τώρα.
Θεραπευτές όλων των προσεγγίσεων θα μπορούσαν να βελτιώσουν κατά πολύ τα αποτελέσματα της θεραπείας που χρησιμοποιούν, αν αναγνώριζαν και κατανοούσαν αυτό το «τυφλό σημείο» στη δουλειά τους – την ύπαρξη και σημαντική επίδραση του μη λεκτικού συγκινησιακού τμήματος του εαυτού. Σε τελική ανάλυση, η Bιοθυμική δεν έχει σαν στόχο να υποβιβάσει άλλες αποτελεσματικές θεραπευτικές προσεγγίσεις, απλά εισηγούμαστε την αναγνώριση από τη σύγχρονη ψυχοθεραπεία της αποδεδειγμένης ύπαρξης αυτού του σημαντικού στοιχείου, του «χαμένου κρίκου», και, εν γένει, του ρόλου που μπορεί να παίξει στη μελέτη και κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης. Πιστεύουμε ότι θα είναι πολύ χρήσιμο η Βιοθυμική να καταλάβει μια «παράλληλη» θέση μέσα στην ψυχοθεραπεία κάθε προσέγγισης.
Ιωάννης Δόβελος, Psy.D., DCH, SQHP

Tags :

Related Post